- κοραλλιογενείς ύφαλοι
- Οικοσυστήματα που σχηματίζονται από κοράλλια –κυρίως της υφομοταξίας των σκληρακτινίων– που ζουν συμβιωτικά με μονοκύτταρα φύκη (ζωοξανθέλες) και αποτελούν κύρια πηγή πρωτογενούς παραγωγής. Συναντώνται στα ζεστά, διαυγή και ρηχά νερά των τροπικών ωκεανών, όπου αποτελούν πηγή τροφής και προστασίας για τα ψάρια, ενώ προστατεύουν την ακτή από διάβρωση. Επιπλέον, αποτελούν περιοχές με τεράστιο τουριστικό ενδιαφέρον. Οι οργανισμοί των κ.υ. παράγουν ουσίες με αντιμικροβιακή και αντι-ική δράση, οι οποίες αποτελούν σημαντικές πηγές για τη σύνθεση φαρμακευτικών σκευασμάτων. Οι οργανισμοί αυτοί μπορούν να ανεχθούν μόνο μικρές διακυμάνσεις των περιβαλλοντικών συνθηκών, γεγονός που τους καθιστά ιδιαίτερα ευάλωτους στις περιβαλλοντικές αλλαγές, συμπεριλαμβανομένης της ανθρώπινης παρέμβασης. Στους κ.υ. περιλαμβάνονται και οι ατόλες (βλ. λ.)· πρόκειται για δακτυλιοειδείς υφάλους, οι οποίοι περιβάλλουν μια λιμνοθάλασσα και σχηματίζονται κοντά στην επιφάνεια της θάλασσας, όταν τα περιβάλλοντα νησιά καθιζάνουν.
Κοραλλιογενής ύφαλος στην Αυστραλία (φωτ. ΑΠΕ).
Dictionary of Greek. 2013.